Τα κτίρια, πέραν της αναμενόμενης και τυπικής φθοράς του χρόνου, σε μια κατ’ εξοχήν σεισμογενή χώρα όπως η Ελλάδα υφίστανται κατά διαστήματα έντονες σεισμικές καταπονήσεις με αποτέλεσμα ζημίες και προβλήματα σε δομικά στοιχεία κυρίως σε παλαιότερα αλλά και νεότερα οικοδομήματα.
Πλέον υπάρχει θεσμοθετημένο κανονιστικό πλαίσιο τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Ευρωκώδικας 8 – μέρος 3) όσο και της Ελλάδας (ΚΑΝ.ΕΠΕ. – Κανονισμός Επεμβάσεων) το οποίο μας επιτρέπει να προχωρούμε σε μελέτη στατικής επάρκειας οικοδομικών έργων και να επεμβαίνουμε όταν απαιτείται είτε κάποια επισκευή-αποκατάσταση είτε κάποια ενίσχυση τους, πάντα σε συννενόηση με τον ιδιοκτήτη.
Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποιους από τους λόγους που απαιτείται έλεγχος και πιθανώς επέμβαση σε κάποιο οικοδομικό έργο:
Σεισμόπληκτα κτίρια / Βλάβες μετά από έναν ισχυρό σεισμό.
Μελέτη Στατικής Επάρκειας σε νομιμοποίηση ή/και τακτοποίηση ακινήτων όπως απαιτείται βάσει Ν.4178/2013 και Ν.4495/2017.
Προσθήκες καθ’ ύψος ή/και κατ’ επέκταση σε υφιστάμενες κατασκευές.
Τροποποιήσεις ή/και αλλαγή χρήσεως χώρων ή κτιρίων.
Φθορές λόγω χρόνου – εγκατάλειψης (διάβρωση οπλισμών, αποσαθρώση σκυροδέματος, αστοχίες υλικών).
Ζημιές από άλλα φαινόμενα (π.χ. πυρκαγιά) ή εξωτερικές φορτίσεις (π.χ. μηχανήματα – βάρη).
Η διαδικασία μελέτης που ακολουθείται σε τέτοιες περιπτώσεις περιλαμβάνει σε πρώτη φάση την τεκμηρίωση και την αποτύπωση όλων των απαραίτητων δεδομένων του οικοδομήματος στη σημερινή του κατάσταση, τα οποία εισάγουμε με κατάλληλο τρόπο σε ειδικό λογισμικό στατικών υπολογισμών και εν συνεχεία μετά την εκτέλεση των αναλύσεων γίνεται η αποτίμηση της αντοχής του φορέα έναντι σεισμικών φορτίσεων. Ανάλογα με τα αποτελέσματα της αποτίμησης ακολουθεί η πρόταση αποκατάστασης ή/και ενίσχυσης του φορέα. Η πρόταση αυτή προσομοιώνεται στο λογισμικό στατικών υπολογισμών και ελέγχεται η αναβαθμισμένη πλέον κατάσταση του φέροντος οργανισμού ως προς την απαιτούμενη αντοχή του.